Εκδήλωση της Περιφερειακής Οργάνωσης Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ για τον Αλκη Αλκαίο

Η Αλ. Προυσανίδου
Η Αλ. Προυσανίδου
Ενα ξεχωριστό αφιέρωμα στον ποιητή - στιχουργό Αλκη Αλκαίο πραγματοποίησε η Οργάνωση Σπουδάζουσας Αθήνας της ΚΝΕ. Η εκδήλωση περιελάμβανε ομιλία από την Αλεξάνδρα Προυσανίδου, μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ και επικεφαλής της Επιτροπής Πολιτισμού, ένα σύντομο βίντεο για τη ζωή και το έργο του Αλκαίου και στη συνέχεια συναυλία με έργα του που όλοι έχουμε τραγουδήσει και αγαπήσει.

«Πόρτο Ρίκο», «Πρωινό Τσιγάρο», «Κιφ», «Ρόζα», «Πάντα γελαστοί», «Για μια Ντολόρες», «Αγύριστο κεφάλι», «Ερωτικό», ήταν μερικά από τα τραγούδια που ακούστηκαν και ενθουσίασαν τον κόσμο που παρευρέθηκε στην εκδήλωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο αφιέρωμα πραγματοποιήθηκε με το μεράκι πολλών μελών και φίλων της Οργάνωσης, που χωρίς να υπολογίζουν κόπο και χρόνο, προετοιμάζονταν εδώ και δύο μήνες.

Το Περιφερειακό Συμβούλιο της Οργάνωσης Σπουδάζουσας ευχαρίστησε θερμά όλους εκείνους που γνώριζαν τον ποιητή και βοήθησαν, και ιδιαίτερα τον Ηλία Γεράκη για την παραχώρηση αρχειακού υλικού.

***

Η Αλ. Προυσανίδου ανάμεσα στα άλλα σημείωσε:

«"Δεκάδες υψηλής αισθητικής στίχοι με κάνουν να πιστεύω ότι ο Αλκης Αλκαίος ήταν ένας Ποιητής που υποδυόταν τον στιχουργό".

"Εγραψε με τον άξιό του λόγο με τρόπο μαγικό για πράγματα που θέλουμε να πούμε και δεν προλαβαίνουμε...".

"Σ' αυτήν την περίεργη εποχή μ' έκανε να είμαι ακόμα πιο σίγουρος πως δεν παίχτηκε η παρτίδα μας ακόμα".

Μερικά μόνο από τα λόγια και τους χαρακτηρισμούς που έχουν πει συνθέτες και ερμηνευτές που έχουν συνεργαστεί μαζί του.

Εμείς τι παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε; Μπορούμε να πούμε ότι έβαλε στο στόμα μας να σιγοτραγουδούμε λόγια μεγάλων επαναστατών, όπως τη φράση του Τσε στο "Πόρτο Ρίκο", "Αξίζει φίλε να υπάρχεις για ένα όνειρο κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει". Μπορούμε να πούμε ακόμα ότι σε έναν στίχο μπόρεσε να περιγράψει αυτήν τη βάρβαρη εποχή που ζούμε, που γίνεται ακόμα πιο βάρβαρη και σκοταδιστική μετά και από τις ανατροπές του σοσιαλιστικού συστήματος, "Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία, πώς η ιστορία γίνεται σιωπή". Και σίγουρα μπορούμε να πούμε ότι έχει τη δική του ξεχωριστή θέση σε κάθε Φεστιβάλ μας»...

Πριν αναφερθεί στη ζωή και το έργο του Αλκαίου, σημείωσε: «Το Κόμμα μας, η ΚΝΕ, σε αυτήν την 100χρονη και 50χρονη διαδρομή μπορούν να υπερηφανευτούν ότι οι περισσότεροι από τους πιο σπουδαίους δημιουργούς από όλα τα είδη της τέχνης στράτευσαν τη ζωή και το έργο τους στην υπόθεση της εργατικής τάξης, ή επηρεάστηκαν κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους από το Κόμμα, το λαϊκό κίνημα και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.

Σε εμάς αναλογεί να τους γνωρίσουμε ακόμα πιο βαθιά, να συμβάλουμε να γνωρίσει η νεολαία το έργο τους, να βγουν από την αφάνεια που τους έχει σύρει η αστική τάξη, να αναδείξουμε ότι η στράτευση στο πλευρό των αδικημένων, σε αυτούς που θα οικοδομήσουν τη νέα ζωή, είναι αυτή που επιτρέπει στους καλλιτέχνες να δημιουργούν έργα διαχρονικά και επίκαιρα. Να γνωρίσουμε ακόμα πιο ουσιαστικά την κεντρική θέση που κατείχε η τέχνη σε όλη αυτήν τη διαδρομή του Κόμματός μας, ακόμα και στις πιο σκληρές συνθήκες, μιας και ήταν απαραίτητη όχι μόνο για να ψυχαγωγήσει, αλλά και να εμψυχώσει, να διαπαιδαγωγήσει και τελικά να ανυψώσει τον άνθρωπο σε όλο και πιο πολύπλευρη προσωπικότητα».
 
«Ο ποιητής που υποδυόταν τον στιχουργό»

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε για τη συνεργασία που είχε ο Αλκαίος με τον «Ριζοσπάστη»:

«Μετά τη μεταπολίτευση γίνεται μέλος του ΚΚΕ, στην Οργάνωση των Δικηγόρων. Από το 1977 ξεκινά η συνεργασία του με την εφημερίδα μας, τον "Ριζοσπάστη", όπου δημοσιεύει ποιήματα, αλλά και σκέψεις γύρω από ζητήματα τέχνης. Αναφέρει για παράδειγμα το 1979, σε άρθρο του με τίτλο "Κόμμα και Τέχνη", πώς οι πνευματικοί άνθρωποι καταξιώνονται "σαν δημιουργοί και σαν άνθρωποι, όταν δεν είναι αποκομμένοι από τις προσδοκίες των ανθρώπων του μόχθου και την κοινωνική τους πάλη". Ακόμα επισημαίνει ζητήματα αισθητικής "που ζητάνε την ανάλυσή τους και την πραχτική τους αντιμετώπιση", όπως "ο προσδιορισμός του προοδευτικού, αποφυγή του ρηχού βερμπαλισμού και του λαϊκισμού (άλλο λαϊκότητα κι άλλο λαϊκισμός)".

Το Γενάρη του 1978, έγραψε κείμενο με τίτλο "Εργάτες σαν το ατσάλι", που αναφέρεται στη νέα κοινωνία της πραγματικής ελευθερίας, την κοινωνία του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. "Λοιπόν πατέρα, δεν ξέρεις τι όμορφη πούναι τούτη η κυψέλη. Δεν έχει βασίλισσα, δεν έχει κηφήνες - μονάχα εργάτες. Κι έχει κάτι εργάτες πατέρα, μουντζούρικους, μα με τη λάμψη στα μάτια, ιδρωμένους, μα με το γέλιο στα χείλη. Κι έχει κάτι εργάτες, απλούς σαν το χάδι της μάνας, γοργούς σαν το πιο ατίθασο άτι, ανυπόμονους σαν το πιο βουερό ποτάμι. Δεν ξέρεις τι όμορφη πούναι τούτη η κυψέλη. Δεν έχει βασίλισσα, δεν έχει κηφήνες - μονάχα εργάτες. Κι έχει κάτι εργάτες πατέρα, ίδια με το ατσάλι δυνατούς. Ιδια με θαλασσόλυκους άφοβους. Ιδια περίσκεπτους με σοφούς της πράξης. Δες την κερήθρα, άρχισε να γιομίζει μέλι!".

Με το βαθιά διεθνιστικό ποίημά του "Φλεβάρης 1848" ξεκινά και "επίσημα" η ποιητική και στιχουργική του σταδιοδρομία. Η δημιουργική συμπόρευση με τον Θάνο Μικρούτσικο κράτησε μια ζωή και μας χάρισε μερικά από τα πιο ωραία και διαχρονικά έντεχνα λαϊκά τραγούδια (...). Αλλες του συνεργασίες είναι με τους Μαυρουδή, Τόκα, Παπακωνσταντίνου, Μάλαμα, Πασχαλίδη και άλλους».

«Μέτρησα τις μυριάδες των ζωντανών που κινούν για τη μάχη»

Τόνισε ότι παρά τα προβλήματα υγείας, που τον καθηλώνουν στο κρεβάτι, συνεχίζει να δημιουργεί. «Αφουγκράζεται τον καιρό του, με βαθιά κοινωνική διάθεση. Ο λόγος του είναι αιχμηρός κι όχι πάντα εύκολα κατανοητός, χρειάζεται ο ακροατής να κάνει αναγωγές στην κοινωνία, στην ιστορία, για να μπορέσει να κατανοήσει. Και από την άλλη, με τον πιο τρυφερό τρόπο γράφει για τις καθημερινές προσωπικές στιγμές που βιώνει ο καθένας μας, για τον έρωτα, τη μοναξιά, την αγάπη.

Ο Αλκαίος "έφυγε" από τη ζωή το Δεκέμβρη του 2012, αλλά μένουν τα τραγούδια του, μιας και είναι ένας από τους λίγους στιχουργούς που σημάδεψαν το σύγχρονο έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Κλείνουμε αυτήν τη μικρή αναφορά με έναν στίχο από το ποίημα "Σβετλάνα", που έγραψε το 1977 στον "Ριζοσπάστη". Ενας στίχος που δίνει με τον καλύτερο τρόπο την πίστη στην τελική νίκη, που σε περιόδους όπως η σημερινή, που όλα φαίνονται ακίνητα, μάς γεμίζει με επαναστατική αισιοδοξία:

"Αγρυπνείτε.

Είπα: Μέτρησα και λείπουν χιλιάδες.

Είπες: Μέτρησα τις μυριάδες των ζωντανών

που κινούν για τη μάχη"».